Σύντομη Ιστορική ανασκόπηση
Η ελληνική μετανάστευση ξεκινά στο Βέλγιο απ' το 1955. Ο αριθμός των Ελλήνων to1955 ανέρχεται σε 1.095. Τα επόμενα δυο χρόνια προσλαμβάνονται 4.000 Έλληνες, ως εργάτες των ανθρακωρυχείων. Χαρακτηριστικά αυτής της φάσης της μετανάστευσης είναι ότι οι Έλληνες συνδέονται άμεσα με τις ανάγκες της Βελγικής αγοράς εργασίας, ότι δεν παρατηρείται ούτε επαγγελματική ούτε και γεωγραφική κινητικότητα των εργαζομένων Ελλήνων, καθώς και ότι η ελληνική μετανάστευση είναι κυρίως ανδρική.
Η επόμενη μεταναστευτική φάση καλύπτει την περίοδο μεταξύ 1959 και 1966. Κατ' αυτή την περίοδο, ο μεταναστευτικός ελληνικός πληθυσμός διπλασιάζεται. Έτσι, το 1961, κατοικούν στο Βέλγιο 9.795 Έλληνες, ενώ το 1968, ο αριθμός τους ανέρχεται σε 19.405. Η είσοδος των Ελλήνων μεταναστών επεκτείνεται γρήγορα, καθώς η περίοδος χαρακτηρίζεται από οικονομική αύξηση. Καινούργιοι τομείς εργασίας, όπως η μεταλλουργία και οι οικοδομές έχουν ανάγκη από ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό. Πολλοί από τους καινούργιους Έλληνες μετανάστες απορροφώνται σ' αυτούς τους τομείς. Αυτή η περίοδος σημαδεύεται κι απ' την είσοδο των Ελληνίδων μεταναστριών στην παραγωγή. Την εποχή αυτή, παρατηρείται επίσης γεωγραφική κινητικότητα, που αντιστοιχεί με την επαγγελματική κινητικότητα των Ελλήνων μεταναστών. Οι τελευταίοι εγκαταλείπουν τα ανθρακωρυχεία που βρίσκονται στις περιοχές της Βαλονίας και του Limbourgγια να εργαστούν στο δευτερογενή τομέα. Σα συνέπεια, οι περισσότεροι Έλληνες μετανάστες συγκεντρώνονται στις Βρυξέλλες.
Μια τρίτη φάση αρχίζει απ' το 1967 και εκτείνεται μέχρι και το 1974. Η περίοδος αυτή σημειώνεται ως περίοδος ανάπτυξης του τριτογενή τομέα, που συνοδεύεται από μια σχετική μείωση εργασιών στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Την περίοδο αυτή, η μείωση των εργαζομένων Ελλήνων στ' ανθρακωρυχεία συνεχίζεται. Αυτοί που εγκαταλείπουν τα ανθρακωρυχεία, όπως και ο καινούριος εργατικός πληθυσμός της δεύτερης γενιάς, συνεχίζουν να κατευθύνονται προς το δευτερογενή τομέα (π.χ. τη χημεία, μεταλλουργία). Υπάρχει επίσης ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων, που ασχολείται με το εμπόριο και τα εστιατόρια. Αυτή την περίοδο, οι Έλληνες που εργάζονται στο Βέλγιο κατανέμονται σ' όλους σχεδόν τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, αλλά σε συγκεκριμένες ανειδίκευτες δουλειές με χαμηλό μισθό. Η επαγγελματική κινητικότητα που παρατηρείται προκαλεί και γεωγραφική κινητικότητα. Το 1970 το 44% των Ελλήνων κατοικούν στις Βρυξέλλες.
Το 1977 ο αριθμός των Ελλήνων στο Βέλγιο δεν ξεπερνά τις 24.287 ενώ το 1988 τις 19.075
Η Ελληνόγλωσση Εκπαίδευση
Συμφωνά με την έκθεση του Συντονιστή Συμβούλων Εκπαίδευσης Δυτικής Ευρώπης για το 1990-91, υπάρχουν συνολικά 1344 μαθητές που παρακολουθούν Ελληνόφωνη Εκπαίδευση (14 νηπιαγωγείων, 912 δημοτικών, 286 γυμνασιακών τάξεων, 132 λυκείων) και 93 εκπαιδευτικοί (2 νηπιαγωγοί, 53 δάσκαλοι, 38 καθηγητές). Όσον αφορά στον αριθμό των σχολείων, υπάρχουν 21 σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκ των οποίων ένα σχολείο - το Κεστεκίδειο - λειτουργεί με πλήρες πρόγραμμα ενός ελληνικού δημοτικού σχολείου, σαν τετραθέσιο και με 22 μαθητές, ενώ 17 σχολεία λειτουργούν σαν τμήματα μητρικής γλώσσας με 856 μαθητές και 46 εκπαιδευτικούς. Επίσης, 3 σχολεία στην περιοχή της Φλάνδρας λειτουργούν σαν ενταγμένα με 34 μαθητές και 3 εκπαιδευτικούς, στη Λιέγη δε λειτουργεί 1 νηπιαγωγείο με 14 νήπια και 2 νηπιαγωγούς. Ως προς τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, υπάρχουν 9 τμήματα μητρικής γλώσσας γυμνασιακού επιπέδου με 286 μαθητές και 19 εκπαιδευτικούς και 4 τμήματα μητρικής γλώσσας επιπέδου λυκείου με 132 μαθητές και 11 εκπαιδευτικούς. Όλα τα ελληνικά σχολεία του Βελγίου, εκτός απ' το Κεστεκίδειο σχολείο, λειτουργούν 2 μέρες την εβδομάδα, την Τετάρτη και το Σάββατο.
Ελληνόγλωσση εκπαίδευση παρέχεται και με τη μορφή της διδασκαλίας της Ελληνικής γλώσσας, στη σχολή του πανεπιστημίου της Μονς, την Ecole d'Interprètes Internationaux. Στη σχολή αυτή, κατά το ακαδημαϊκό έτος, 1991-92 λειτούργησαν τα εξής ελληνόγλωσσα τμήματα: 2 τμήματα αρχαρίων με 15 φοιτητές συνολικά, τμήμα προχωρημένων με 6 φοιτητές και τμήμα Ελλήνων φοιτητών με 7 φοιτητές.
Ι. Μότσης