Off Canvas sidebar is empty

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

 
Eίναι γνωστό πως το εκπαιδευτικό σύστημα της Ο.Δ.Γ. είναι αυστηρά επιλεκτικό και ιεραρχημένο σύστημα. Τα αίτια αυτού του γεγονότος πρέπει να αναζητηθούν:

α. Στην ιδιαίτερη αντίληψη που επικρατεί ακόμη και σήμερα για την  σχολική πρακτική της παιδείας που ανάγεται  στην αντίληψη  της  παιδείας του Humboldtμε την  τριαδική  μορφή   που  εισήγαγε:   Ατομικότητα, Γενικότητα  και  Ολότητα.

Επειδή  κάθε παιδαγωγική   πρακτική, ως  πλαίσιο  ζωής  και  ανάπτυξης  για  τον  άνθρωπο,   δημιουργεί η ίδια τον σκοπό της, έτσι και  η αντίληψη της  παιδείας του Humboldtκαι της ιεραρχημένης κατάρτισης συνδέθηκε με τα κλασσικά εκπαιδευτικά περιεχόμενα που δεν μπορούσε να αποχτήσει κανείς έξω από το Λύκειο και το Πανεπιστήμιο, και δημιούργησε την αντίθεση μεταξύ του καλλιεργημένου ανθρώπου και του ανθρώπου του λαού.


β. Στο τρομοκρατικό καθεστώς του Γ' Ράιχ, που ενίσχυσε τον αυταρχισμό και τον στρατιωτικό προσανατολισμό του εκπαιδευτικού συστήματος χωρίς όμως ν' αντικαταστήσει στην ουσία τις αντιλήψεις του Humboldtμε νέα διδακτικά και θεσμικά συστήματα.

γ. Στην διαδικασία ανοικοδόμησης της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Γερμανίας και στην ανάγκη αναγωγής - τα πρώτα τουλάχιστον μεταπολεμικά χρόνια- των φιλοσοφικών θεωριών της εκπαίδευσης σε ό,τι είχε άμεση αποτελεσματικότητα.


   Στην δεκαετία του '50 και με βάση τους νέους προσανατολισμούς της παιδαγωγικής ξεκίνησε η αναδιοργάνωση της επιλογής, η μεταρρύθμιση των περιεχομένων της εκπαίδευσης στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού και η αναδιοργάνωση της μέσης εκπαίδευσης. Την ευθύνη αυτής της αναδιοργάνωσης ανέλαβε η "Διαρκής Συνδιάσκεψη των Υπουργών της Παιδείας των Ομόσπονδων Κρατών".

   Το 1953 με πρόταση του Ομοσπονδιακού προέδρου συγκροτήθηκε η "Γερμανική Επιτροπή για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση" η οποία και παρουσίασε "Σχέδιο-πλαίσιο για την Οργάνωση και Ενοποίηση των Δημοσίων Σχολικών Ιδρυμάτων Γενικής Κατάρτισης". Το σχέδιο-πλαίσιο έδινε ένα εντελώς συντηρητικό προσανατολισμό άνοιγε όμως ένα νέο κεφάλαιο ανάπτυξης προς την κατεύθυνση του προγραμματισμού της εκπαίδευσης.

   Το 1960 το "Συνδικάτο: Εκπαίδευση και Επιστήμη" παρουσίασε το "Σχέδιο της Βρέμης για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης στην Γερμανία". Το σχέδιο αυτό διατύπωσε τους όρους ενός εκδημοκρατισμού του σχολείου και παρουσίασε ένα πρότυπο του ενιαίου σχολείου "Gesamtschule",το οποίο και αποτελεί σήμερα την πιο προωθημένη μορφή οργάνωσης της εκπαίδευσης στην Ο.Δ.Γ.


             ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ Ο.Δ.Γ.

 Ι. ΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ , ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

             α. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

   Η ευθύνη για την εκπαιδευτική πολιτική και σχεδιασμό καθορίζεται από την ομοσπονδιακή δομή του κράτους. Κατά το σύνταγμα έχουν παραχωρηθεί στην Ομοσπονδία συγκεκριμένες αρμοδιότητες, ενώ οι χώρες έχουν αρμοδιότητες κατά το μεγαλύτερο μέρος της παιδείας. Στην Ομοσπονδία έχουν παραχωρηθεί νομοθετικές αρμοδιότητες, κυρίως διατάγματα προδιαγραφών των γενικών αρχών της ανώτατης εκπαίδευσης για την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας, την ανάπτυξη της εκπαίδευσης, για την μη σχολική επαγγελματική εκπαίδευση και τον επαγγελματικό προσανατολισμό.

   Για ορισμένες ενέργειες το σύνταγμα προβλέπει συνεργεία της Ομοσπονδίας στην εκπλήρωση υποχρεώσεων των χωρών, αν αυτές οι υποχρεώσεις είναι σημαντικές για το σύνολο και απαιτείται η σύμπραξη της Ομοσπονδίας για την βελτίωση των συνθηκών ζωής. Στον τομέα της παιδείας ανήκουν στις κοινές αυτές δραστηριότητες η εξοικοδόμηση και ανοικοδόμηση πανεπιστημίων συμπεριλαμβανομένων και των πανεπιστημιακών κλινικών. Πέραν αυτού μπορούν κατά το σύνταγμα  Ομοσπονδία και χώρες να συμπράξουν στην βάση συμφωνιών στον σχεδιασμό της εκπαίδευσης και στην ανάπτυξη της υποδομής για την επιστημονική έρευνα πανγερμανικής σημασίας.

   Για την ανάπτυξη στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης οι χώρες συνεργάζονται με την Ομοσπονδία στην "Επιτροπή Σχεδιασμού για τα Πανεπιστήμια" (PlannungsausschussfuerdenHochschulbau). Με σκοπό έναν ομοσπονδιακό σχεδιασμό για την παιδεία συγκροτήθηκε η "Επιτροπή Ομοσπονδίας-Χωρών για τον σχεδιασμό της Παιδείας και την ανάπτυξη της έρευνας":(Bund-LaenderKommissionfuerBildungsplannnungundForschungsforderung), η οποία το 1973 επεξεργάστηκε έναν συνολικό σχεδιασμό για την παιδεία, ο οποίος θέτει τα πλαίσια για μια συντονισμένη ανάπτυξη του συνόλου του εκπαιδευτικού συστήματος στις χώρες μέχρι το 1985, και στον οποίο σχεδιασμό συμφώνησαν οι πρωθυπουργοί των κρατιδίων.

   Η κατοχυρωμένη στο σύνταγμα ελεύθερη επιλογή του τόπου διαμονής και επαγγέλματος στο σύνολο της επικράτειας της Ομοσπονδίας υποχρεώνει τις χώρες, παράλληλα με την συνεργασία τους με την Ομοσπονδία, σε συνεργασία μεταξύ τους και μάλιστα στους τομείς όπου υφίστανται ομοσπονδιακές ρυθμίσεις των οποίων η μεταφορά και συγκεκριμενοποίηση  στο δίκαιο των κρατιδίων είναι αναγκαία. Στόχος της συνεργασίας είναι ο συντονισμός του εκπαιδευτικού συστήματος των κρατιδίων σ' ό,τι αφορά τις δομές, θεσμούς, προγράμματα διδασκαλίας και Απολυτήρια. Γι' αυτό τον σκοπό οι χώρες συνεργάζονται μεταξύ τους στην "Μόνιμη Επιτροπή Υπουργών Παιδείας " (StaendigeKonferenzderKultusminister). Αυτό οδήγησε στο παραβλητό της προσφοράς εκπαίδευσης και των αποκτούμενων στα εκπαιδευτικά ιδρύματα ειδικεύσεων.

   Με συμφωνία των κρατιδίων για την απλοποίηση στον τομέα του εκπαιδευτικού συστήματος το 1954 και 1964 απλοποιήθηκαν βασικές δομές του εκπαιδευτικού συστήματος στα κρατίδια, όπως η διάρκεια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, έναρξη και λήξη του σχολικού έτους, η διάρκεια των διακοπών, ο χαρακτηρισμός των διαφόρων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και η οργανωτική τους μορφή, ουσιαστικά στοιχεία του προγράμματος διδασκαλίας ή του αναλυτικού προγράμματος, όπως π.χ. η σειρά των γλωσσών καθώς επίσης και οι χρησιμοποιούμενοι όροι κατά την αξιολόγηση των σχολικών επιδόσεων.

   Με άλλες συμπληρωματικές συμφωνίες της Επιτροπής Υπουργών Παιδείας (Κ.Μ.Κ.) συμφωνήθηκε η αμοιβαία αναγνώριση εξετάσεων και τίτλων σπουδών καθώς επίσης ένας μεγάλος αριθμός άλλων στοιχείων εναρμόνισης του εκπαιδευτικού συστήματος.

   Στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης τα κρατίδια έχουν συνάψει μεταξύ τους συμφωνίες για την απλοποίηση στον τομέα του συστήματος της ανώτατης εκπαίδευσης και για τα ιδρύματα του τριτοβάθμιου τομέα.


       β. ΦΟΡΕΙΣ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

                1. Σ χ ο λ ε ί α

   Το σύνολο της εκπαίδευσης βρίσκεται υπό την εποπτεία του κράτους. Τα σχολεία είναι κατά κανόνα κρατικά και δημοτικά ιδρύματα. Παράλληλα υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία τα οποία υπόκεινται στην κρατική εποπτεία. Η αναγνώριση των απολυτήριων τίτλων εξαρτάται από την τήρηση των σχετικών κρατικών κανονισμών σ' ό,τι αφορά την διδασκαλία, τα προσόντα των εκπαιδευτικών και την διεξαγωγή εξετάσεων. Οι κρατικές διατάξεις για τα ιδιωτικά σχολεία παίρνουν υπόψη τους το ιδιαίτερο παιδαγωγικό ενδιαφέρον τέτοιων σχολείων. Έτσι για παράδειγμα υπάρχει ένας από την Επιτροπή Υπουργών Παιδείας (Κ.Μ.Κ.) συμφωνημένος κανονισμός απολυτηρίων εξετάσεων για τα σχολεία Waldorf.

  Για την διοίκηση της εκπαίδευσης ανώτατη αρχή για κάθε κρατίδιο είναι ο αντίστοιχος υπουργός παιδείας. Η σχολική διοίκηση επιτυγχάνεται γενικά μ' ένα σύστημα αρθρωμένο σε τρία επίπεδα, εκ των οποίων το ανώτατο επίπεδο συγκροτεί το υπουργείο Παιδείας, το μεσαίο επίπεδο η τοπική αρχή (Bezirksregierung) και το κατώτερο επίπεδο η σχολική διεύθυνση των δήμων και κοινοτήτων. Σε μερικά κρατίδια και σε πόλεις-κράτη εκφεύγει το μεσαίο επίπεδο. Οι εκπαιδευτικοί στα κρατικά και κοινοτικά σχολεία είναι δημόσιοι υπάλληλοι του κρατιδίου.

                    2. Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα

   Τα πανεπιστήμια είναι κατά κανόνα κρατικά ιδρύματα των χωρών με το καθεστώς ενώσεων δημοσίου δικαίου.

   Έχουν το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης στα πλαίσια των νόμων. Το καταστατικό τους χρειάζεται επικύρωση από το αρμόδιο υπουργείο του κρατιδίου. Παράλληλα υπάρχουν μερικά Ανώτατα ιδρύματα για ειδικούς σκοπούς της Ομοσπονδίας (άμυνα, συγκοινωνίες) καθώς επίσης και ανώτατες σχολές με φορέα την εκκλησία ως πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ανώτατες σχολές με ιδιωτικό φορέα. Αυτές οι σχολές ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες από το ιδιαίτερο Statusκαι μια κατά το πλείστον περιορισμένη αυτονομία.

   Στην διοίκηση των ανώτατων κρατικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων εκτός από τα ίδια τα ιδρύματα, στις αρμοδιότητες των οποίων πλάι στην κρατική αυτοδιοίκηση ανήκουν επίσης κρατικές λειτουργίες όπως διοίκηση προσωπικού και οικονομικών, συμπράττει και το αρμόδιο υπουργείο του κρατιδίου. Ανεξάρτητα απ' αυτό η νομική εποπτεία, ως ένα μεγάλο βαθμό η ειδική εποπτεία και η εξουσία ίδρυσης και οργάνωσης καθώς επίσης και η υψηλή οικονομική και διοικητική εποπτεία ανήκει στον αρμόδιο υπουργό ή την αρμόδια κυβέρνηση του κρατιδίου.


          II. ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ TOYΕΚΠΑΙΔΕYTIKOYΣΥΣΤHMATΟΣ

1. Συνοπτική παρουσίαση

   Η  υποχρεωτική  εκπαίδευση  για όλα τα παιδιά στην Ο.Δ.Γ. αρχίζει με την συμπλήρωση του 6 έτους  της  ηλικίας  τους.  Περιλαμβάνει κατά κανόνα 12 χρόνια εκ των οποίων  9  πλήρη  σχολικά  έτη  (στο Βερολίνο  και  Βόρεια  Ρηνανία-Βεστφαλία  10 πλήρη σχολικά  έτη)  και 3  σχολικά  έτη  μερικής  παρακολούθησης. Το  εκπαιδευτικό  σύστημα περιλαμβάνει εκτός από τα ιδρύματα  της  προσχολικής  εκπαίδευσης (νηπιαγωγεία, εισαγωγική  βαθμίδα (Εingangsstufe) ,σχολικό  νηπιαγωγείο    (Schulkindergarten) ένα  για  όλα  τα  παιδιά  βασικό  σχολείο για τέσσερα σχολικά έτη και στο Βερολίνο για έξι σχολικά έτη.

   Στο κοινό βασικό σχολείο στηρίζεται  η  γενική  δευτεροβάθμια Εκπαίδευση,  ήτοι  το  κύριο  σχολείο (dieHauptschule) που διαρκεί από την 5η ή 7η ως την 9η ή 10η σχολική χρονιά αντίστοιχα, το πρακτικό σχολείο (Realschule) 5η ή 7η σχολική χρονιά ως την 10η σχολική χρονιά  και  το  Γυμνάσιο  από  την  5η ή  7η  έως  την  13η χρονιά φοίτησης. Παράλληλα υπάρχουν σ' όλα τα κρατίδια και τα ενιαία σχολεία (Gsamtschulen) που  περιλαμβάνουν  την 5η ως την  10η  σχολική χρονιά και  τα  οποία  στην  πλειοψηφία  των  κρατιδίων λειτουργούν σε πειραματικό στάδιο.

   Οι  τάξεις  5  και  6  όλων  των  σχολείων γενικής εκπαίδευσης εξυπηρετούν στην προαγωγή και προσανατολισμό όλων των μαθητών στην παραπέρα εκπαίδευση τους. Προς τούτο η Κ.Μ.Κ. συνήψε συμφωνία για την  επονομαζόμενη  "βαθμίδα  προσανατολισμού" (Orientierungsstufe). Με την  εισαγωγή  αυτής  της  βαθμίδας και με την μ' αυτήν συνδεδεμένη εξομοίωση των προγραμμάτων διδασκαλίας των τάξεων 5 και 6 όλων των ειδών των σχολείων βελτιώθηκε  ουσιαστικά η διαπερατότητα του συστήματος και μετατοπίστηκε ως την 7η τάξη η λήψη της απόφασης για τον σχολικό προσανατολισμό. Η βαθμίδα προσανατολισμού μπορεί επίσης - όπως στην Βρέμη και την Κάτω Σαξωνία - ν' αποτελεί μια ανεξάρτητη από το είδος του σχολείου σχολική βαθμίδα. Τα αμέσως επόμενα σχολεία αρχίζουν τότε  από την 7η τάξη.

   Μετά τα 9 πλήρη σχολικά έτη οι περισσότεροι νέοι συνεχίζουν με την επαγγελματική εκπαίδευση ή με μια επαγγελματική πρακτική εξάσκηση.

   Μετά από τα σχολεία της  γενικής  δευτεροβάθμιας  εκπαίδευσης οι νέοι συνεχίζουν από την 10η σχολική χρονιά στα διάφορα δευτεροβάθμια σχολεία επαγγελματικής  εκπαίδευσης,  τα  οποία υποχρεούνται να παρακολουθήσουν μετά  το 9ο πλήρες σχολικό  έτος τουλάχιστον με μερική παρακολούθηση παράλληλα με τις επαγγελματικές σπουδές ή επαγγελματική πρακτική, αν δεν συνεχίσει  τις σπουδές σ' ένα σχολείο γενικής εκπαίδευσης (Realschule, Gymnasium, Gesamtschule). Μετά τα πλήρη σχολικά έτη οι νέοι διεκδικoύν στα Realschulenκαι Γυμνάσια (σε μερικά κρατίδια επίσης και στα Hauptschulen) ένα απολυτήριο το οποίο 8α καταστήσει σ' αυτούς δυνατή την πρόσβασή τους σε σπουδές για ανώτερα επαγγέλματα ή την μετάβασή τους στα ανώτερα σχολεία ειδικοτήτων.

   Τα δευτεροβά8μια σχολεία της γενικής και της επαγγελματικής εκπαίδευσης οδηγούν και εφ' όσον οι υποψήφιοι υποστούν με επιτυχία τις απαιτούμενες απολυτήριες εξετάσεις στα ιδρύματα του τριτοβάθμιου τομέα. Μετά από 12 σχολικά έτη είναι δυνατή  η είσοδος στις ανώτατες σχολές ειδικοτήτων και μετά από 13 σχολικά έτη στα πανεπιστήμια και στις ομότιμες ανώτατες σχολές.

   Το μάθημα στα σχολεία παραδίδεται κατά κανόνα σε τάξεις. Συχνά όμως και σε συγκεκριμένα μα8ήματα, (Γλώσσα, μαθηματικά, φυσικές επιστήμες) και από μια συγκεκριμένη τάξη και πάνω (ως επί το πλείστον από την 5η τάξη ή την 7η) διεξάγονται κύκλοι μαθημάτων διαφοροποιημένης απόδοσης. Για τον προβιβασμό στην επόμενη τάξη ή την επανάληψη  τής τάξης αποφασιστικό στοιχείο αποτελεί το επίπεδο γνώσης και απόδοσης του μαθητή κατά την διάρκεια του σχολικού έτους.

   Τα προγράμματα διδασκαλίας καθορίζονται για τα διάφορα σχολεία από τα Υπουργεία Παιδείας των κρατιδίων. Η επεξεργασία τους διεξάγεται συνήθως σε ιδιαίτερες επιτροπές με την συμμετοχή εκπαιδευτικών και ειδικών είτε σύμφωνα με τις επεξεργασμένες κατευθύνσεις της Επιτροπής Υπουργών Παιδείας (Κ.Μ.Κ.) είτε βάσει συμφωνίας των κρατιδίων μεταξύ τους. Οι σπουδές στις ανώτατες σχολές, διαρθρώνονται κατά κανόνα σε εξάμηνα. Η διάρκεια των σπουδών ανέρχεται ανάλογα με τις σπουδές από 6 μέχρι 12 εξάμηνα.

Η (φοίτηση σ' όλα τα δημόσια σχολεία και ανώτατες σχολές είναι βασικά δωρεάν. Το αναγκαίο εκπαιδευτικό υλικό ή διανέμεται δωρεάν στους μαθητές ή δανείζεται σ' αυτούς. Στην μεταβίβαση του εκπαιδευτικού ζητείται εν μέρει μια συμμετοχή των γονέων.


2. Παρουσίαση του σχολικού εκπαιδευτικού συστήματος.


α. Τα σχολεία γενικής εκπαίδευσης


   i) Το βασικό σχολείο (DieGrundschule)

   Η κοινή για όλους τους μαθητές κατώτερη βαθμίδα της σχολικής εκπαίδευσης καλείται Grundschule. Περιλαμβάνει τις 4 πρώτες τάξεις και στο Βερολίνο τις 6 πρώτες τάξεις.

   Η διδασκαλία στα Grundshulenπεριλαμβάνει πλάι στην εισαγωγή στην ανάγνωση και  γραφή της μητρικής γλώσσας - και εισαγωγικά  στοιχεία των μετέπειτα μαθημάτων, ιστορίας, βιολογίας, φυσικής κ.λ.π. Εκτός αυτών διδάσκονται επίσης τα μαθηματικά, θρησκευτικά, η μουσική, η αγωγή στην τέχνη, χειροτεχνία και σωματική αγωγή. όλα τα μαθήματα είναι υποχρεωτικά. Ανάλογα με τις τάξεις η συνολική  διάρκεια διδασκαλίας ανέρχεται από 20 έως 30 ώρες διδασκαλίας.

   Οι δάσκαλοι στα βασικά σχολεία είναι απόφοιτοι τουλάχιστον ετών (στην Βρέμη 4-ετών) ανωτάτων παιδαγωγικών σχολών με επιπρόσθετη μονοετή έως και 3-ετή επιτυχή προπαρασκευαστική υπηρεσία.


   ii) Το κύριο σχολείο (DieHauptschule)


   Το κύριο σχολείο είναι ένα σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο περιλαμβάνει 5 τάξεις (5-εως 9 ) αντίστοιχα. Στο Βερολίνο και στην Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία  6 τάξεις (5-10),και σε εξαετές βασικό σχολείο ή ανεξάρτητη βαθμίδα προσανατολισμού  (Βερολίνο, Βρέμη, Κάτω Σαξωνία) 3 τάξεις (7 έως 9 ή 10 αντίστοιχα) και των οποίων οι μαθητές κατά κανόνα μετά την αποφοίτησή τους εισέρχονται στην επαγγελματική ζωή και μέχρι το τέλος των επαγγελματικών τους σπουδών, παρακολουθούν για 3 τουλάχιστον χρόνια μια επαγγελματική σχολή. Η Hauptschuleσυνδέεται ταυτόχρονα με το επαγγελματικό σύστημα μέσω του οποίου μπορεί να διεκδικηθεί η φοίτηση έως και στις ανώτατες σχολές.

   Η διδασκαλία στο Hauptschuleπεριλαμβάνει υπoχρεωτικά για όλους τους μαθητές τα μαθήματα: Γερμανικά, Ξένη γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσικοχημεία, Βιολογία, Γεωγραφία, Ιστορία, Εργασιολογία, (Arbeitslehre), Κοινωνιολογία, Θρησκευτικά, επίσης Παιδαγωγική, Οικιακή Οικονομία  και Οικονομολογία). Το σύνολο των ωρών διδασκαλίας την βδομάδα κυμαίνεται μεταξύ 30 και 33 ωρών.

   Οι καθηγητές στα Hauptschulenείναι απόφοιτοι τουλάχιστον 3-ετών (στην Βρέμη 4-ετών) ανωτάτων παιδαγωγικών σχολών με επιπρόσθετη μονοετή έως και 3-ετή ανάλογα με το κρατίδιο υποχρεωτική επιτυχή προπαρασκευαστική υπηρεσία.


   iii) Το πρακτικό σχολείο (dieRealschule)


   Το πρακτικό σχολείο είναι  ένα πεντατάξιο ή  τριτάξιο (5-10 τάξη ή 7-10) σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Παράλληλα υπάρχουν 3-τάξια πρακτικά σχολεία για μαθητές που υπερπηδούν σ' αυτά αν' το Hauptschuleμετά την 7η τάξη. Στην Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία το πρακτικό σχολείο είναι τετρατάξιο κα0ώς και στην Βαυαρία όπου αρχίζει μετά την 6η τάξη του Hauptschule.

   Το πρακτικό σχολείο προπαρασκευάζει τους μαθητές για πρακτικά κυρίως επαγγέλματα. Διαφέρει από το κύριο σχολείο στην διδασκαλία μέσω της διευρυμένης προσφοράς στον τομέα των γλωσσών. (Δύο ξένες   γλώσσες εκ των οποίων η μία είναι υποχρεωτική) και στην εμβάθυνση της συστηματικής των μαθημάτων. Η διδασκαλία ανέρχεται σε 30-34 ώρες την εβδομάδα.

    Οι καθηγητές στα πρακτικά σχολεία είναι απόφοιτοι τουλάχιστον 3-ετών (στην Βρέμη 4-ετών) ανωτάτων παιδαγωγικών σχολών σε  δύο επιστήμες με επιπρόσθετη 18μηνη υποχρεωτική επιτυχή προπαρασκευαστική υπηρεσία.


   iv)  Το Γυμνάσιο (DasGymnasium)


   Ο όρος "Gymnasium" χαρακτηρίζει όλα τα σχολεία γενικής εκπαίδευσης του δευτεροβάθμιου τομέα ως την 13η τάξη μετά την λήξη της οποίας διεξάγονται απολυτήριοι εξετάσεις γυμνασίου (Abiturpruefung). Οι μαθητές που θα επιτύχουν σ' αυτές τις εξετάσεις αποκτούν το δικαίωμα συνέχισης των σπουδών τους στις ανώτατες σχολές. Υπάρχουν γυμνάσια, των οποίων το απολυτήριο επιτρέπει την συνέχιση των σπουδών σ' όλες τις ανώτατες σχολές  και άλλα των οποίων το απολυτήριο οδηγεί σε σπουδές συγκεκριμένων επιστημών. Οι παραδοσιακοί τύποι γυμνασίων είναι το γυμνάσιο σύγχρονων γλωσσών, το γυμνάσιο θετικής κατεύθυνσης και το γυμνάσιο αρχαίων γλωσσών. Εκτός αυτών υπάρχουν γυμνάσια κοινωνιολογικής, οικονομικής, τεχνικής, μουσικής, γεωργικής κ.λ.π. κατεύθυνσης.

   Το γυμνάσιο περιλαμβάνει στην κανονική του μορφή τις τάξεις 5η έως 13η ή 7η  έως 13η ανάλογα με την διάρκεια του βασικού σχολείου. Το 1972 εισήχθη στις ομόσπονδες χώρες η ανώτερη γυμνασιακή βαθμίδα μετά την 10η τάξη.

   Κεντρικός στόχος των γυμνασίων  είναι η προετοιμασία των μαθητών για σπουδές στην ανωτάτη εκπαίδευση. Στα γυμνάσια που οδηγούν στην ανωτάτη γενική εκπαίδευση διδάσκονται από την 5η ως την 11η τάξη τα υποχρεωτικά μα8ήματα: Γερμανικά, μαθηματικά, βιολογία, τουλάχιστον δύο ξένες γλώσσες, ιστορία, κοινωνιολογία, φυσική και  χημεία. Τα θρησκευτικά στις περισσότερες χώρες είναι τακτικό μάθημα. Οι ώρες διδασκαλίας την βδομάδα ανέρχονται ανάλογα την τάξη και το κρατίδιο από 30 έως 36 ώρες.

   Οι καθηγητές στα γυμνάσια είναι απόφοιτοι τετραετών τουλάχιστον  Ανωτάτων( Σχολών με επιπρόσθετη 18μηνη υποχρεωτική επιτυχή προπαρασκευαστική υπηρεσία.


   ν) Το ενιαίο σχολείο (DieGesamtschule)


    Το Gesamtschuleπαρέχει τις γνώσεις που προσφέρονται από τα σχολεία του αρθρωμένου σχολικού συστήματος και στις τάξεις 5 έως 9 ή 10. Υπάρχουν συνεργατικά  Gesamtschulenστα οποία οι τύποι σχολείων του αρθρωμένου σχολικού συστήματος (Hauptschule, Realschule, Gymnasium) εξακολουθούν να υφίστανται, υπό κοινή όμως σκέπη και διεύθυνση, με συγχρονισμένα προγράμματα διδασκαλίας για να κατοχυρώνεται η διαπερατότητα μεταξύ των διαφόρων μορφών σχολείων. Υπάρχουν επίσης ολοκληρωμένα Gesamtschulenστα οποία όλοι οι μαθητές - χωρίς κατάταξη σε  συγκεκριμένο τύπο σχολείου - παρακολουθούν από κοινού τα μαθήματα. Τα μαθήματα παραδίδονται στα πλαίσια διαφόρων διαφοροποιημένων μοντέλων. Έτσι μπορούν να αποκτηθούν τα διάφορα απολυτήρια των σχολείων του αρθρωμένου σχολικού συστήματος. Μερικά Gesamtschulenέχουν  μια ανώτερη βαθμίδα η οποία κατά κανόνα αντιστοιχεί στην ανώτερη γυμνασιακή βαθμίδα.


           2.  β. Η Επαγγελματική Εκπαίδευση


   ι. Το Επαγγελματικό Σχολείο


   Το επαγγελματικό σχολείο είναι ένα σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το παρακολουθούν μαθητές που βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της επαγγελματικής τους εκπαίδευσης. Το επαγγελματικό σχολείο  προσφέρει γενικές και ειδικές γνώσεις αποδίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στις απαιτήσεις της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Στα πλαίσια μιας σε δύο επίπεδα αρθρωμένης επαγγελματικής εκπαίδευσης διεξάγεται το πρώτο επίπεδο ως έτος επαγγελματικής προπαρασκευής με ετήσια πλήρους ωραρίου διδασκαλία ή στο δυαδικό σύστημα με συνεργατική μορφή.

   Η διδασκαλία τον ειδικών μαθημάτων του επαγγελματικού σχολείου συγχρονίζεται με τις απαιτήσεις των διαφόρων επαγγελμάτων. Η διδασκαλία αυτών ανέρχεται σε 12 περίπου ώρες την εβδομάδα. Οι απόφοιτοι λαμβάνουν χωρίς ιδιαίτερες εξετάσεις ένα απολυτήριο το οποίο  σε συνδυασμό με το ενδεικτικό εξετάσεων για την επιτυχή  επαγγελματική εκπαίδευση τους δίνει την δυνατότητα συνέχισης των σπουδών τους σε ανώτερες επαγγελματικές σχολές.


  ιι) Επαγγελματικά σχολεία ειδικοτήτων  (Berufsfachschulen)


   Τα επαγγελματικά σχολεία ειδικοτήτων είναι σχολεία πλήρους ωραρίου διδασκαλίας που προσφέρουν στους μαθητές πέρα από την γενική παιδεία και τις ειδικές γνώσεις που απαιτούνται για την άσκηση ενός επαγγέλματος (τέχνης). Προϋπόθεση εισαγωγής στα επαγγελματικά σχολεία ειδικοτήτων είναι η κατοχή από τον υποψήφιο απολυτηρίου του Hauptschuleή του Realschule. Η διάρκεια φοίτησης είναι τουλάχιστον ενός έτους και εξαρτάται από την ειδικότητα. Σε 2ετή επαγγελματικά σχολεία ειδικοτήτων με την προϋπόθεση κατοχής απολυτηρίου του Hauptschuleτο αποκτώμενο  απολυτήριο είναι ισότιμο του αντίστοιχου του Realschule. Η διάρκεια διδασκαλίας την εβδομάδα ανέρχεται σε 30 έως 35 ώρες.


   ιιι) Επαγγελματικά Επιμορφωτικά Σχολεία (Berufsaufbauschule)


   Τα επαγγελματικά επιμορφωτικά σχολεία (Ε.Ε.Σ) είναι σχολεία τα οποία επισκέπτονται νέοι κατά την διάρκεια ή μετά το πέρας της φοίτησής τους στο επαγγελματικό σχολείο. Στόχος του Ε.Ε.Σ. είναι η διεύρυνση και εμβάθυνση της γενικής και επαγγελματικής κατάρτισης μετά ή κατά την διάρκεια της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Η διδασκαλία ανέρχεται στο σύνολό της σε 1.200 ώρες εκ των οποίων οι 600 είναι γερμανικά, ξένη γλώσσα, μαθηματικά και φυσική. Οι σπουδές διαρκούν τουλάχιστον 1 έτος και τελειώνουν μετά από επιτυχείς εξετάσεις.


   ιν)  Ανώτερες Σχολές Ειδικοτήτων (Fachoberschule)


   Τα Fachoberschulenείναι σχολεία 2-ετούς φοίτησης και παρέχουν γενικές θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις και δεξιότητες στις διάφορες ειδικότητες (επαγγέλματα). Το πρώτο έτος φοίτησης μπορεί να αντικατασταθεί από μια μονοετή πρακτική ειδίκευση.


    ν) Το Επαγγελματικό Γυμνάσιο (DasBeruflicheGymnasium)


   Το επαγγελματικό γυμνάσιο προσφέρει απολυτήριο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Ι και σ' όλα τα κρατίδια προσφέρονται τομείς επαγγελμάτων που αφορούν τις οικονομικές και τεχνικές επιστήμες.


   νι)  Σχολές ειδικοτήτων (Fachschulen)


   Οι σχολές ειδικοτήτων είναι σχολεία στα οποία ειδικεύονται στελέχη επιχειρήσεων. Η φοίτηση στις σχολές ειδικοτήτων προϋποθέτει μια σχετική ειδίκευση ή μια αντίστοιχη πρακτική εξάσκηση, διαρκεί 2 χρόνια και περατώνεται μετά από επιτυχείς εξετάσεις.


     Περιληπτική ανασκόπηση της εκπαίδευσης των ελληνόπουλων  στην  Ο.Δ.Γ.


   Με την ελληνογερμανική σύμβαση του 1960 που προέβλεπε την απασχόληση ελληνικού εργατικού δυναμικού στην Ο.Δ.Γ. ξεκίνησε το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα για την για την Ο.Δ.Γ.  Οι Έλληνες μετανάστες στις αρχές της δεκαετίας του '60 στόχευαν σε μια πρόσκαιρη παραμονή τους στην Γερμανία.  Με την πάροδο του χρόνου η παλιννόστηση συνεχώς ανεβάλετο και καθίστατο πιο επιτακτική η συνένωση των οικογενειών των Ελλήνων μεταναστών στην Ο.Δ.Γ.

   Η συνένωση αυτή των οικογενειών ή η δημιουργία νέων οικογενειών στην Ο.Δ.Γ. στα τέλη της δεκαετίας του '60 - αρχές δεκαετίας '70 είχε σαν συνέπεια την εμφάνιση του προβλήματος της εκπαίδευσης των παιδιών.  Για την λύση του η γερμανική πλευρά ίδρυσε τις διετείς προπαρασκευαστικές τάξεις για την εκμάθηση στα ελληνόπουλα της γερμανικής γλώσσας και την ένταξή τους στις κανονικές γερμανικές τάξεις.  Λόγω της σημαντικής αύξησης των ελληνοπαίδων σχολικής ηλικίας οι διετείς προπαρασκευαστικές τάξεις μετατρέπονται σε 6-ετείς και είναι προσανατολισμένες στην παλιννόστηση.

 Με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση (1973) και την συνακόλουθη οικονομική ύφεση παρατηρείται μαζική παλιννόστηση των Ελλήνων. Για την ενσωμάτωση τον παλιννοστούντων Ελλήνων μαθητών ιδρύονται στην Ελλάδα τάξεις υποδοχής και σχολεία υποδοχής όπου τα παιδιά διδάσκονται εντατικά την ελληνική γλώσσα.

   Στις αρχές της δεκαετίας του '80 εκδίδονται από την Ο.Δ.Γ. και τις ομόσπονδες κυβερνήσεις  διατάγματα που αφορούν την εκπαίδευση των παιδιών των αλλοδαπών στην Ο.Δ.Γ.  Τα παιδιά πρέπει να φοιτούν στις κανονικές γερμανικές τάξεις και να διδάσκεται η μητρική γλώσσα μέχρι 5 ώρες την εβδομάδα ενταγμένες στο πρωινό πρόγραμμα του γερμανικού σχολείου είτε το απόγευμα.  Στις παραπάνω ώρες μητρικής γλώσσας πρέπει να προστεθούν 2 ώρες διδασκαλίας θρησκευτικών και οι  ώρες συμπληρωματικής διδασκαλίας μητρικής γλώσσας που δίνεται στα παιδιά από εκπαιδευτικούς με ελληνικό επιμίσθιο.

   Στις ρυθμίσεις αυτές της γερμανικής πλευράς η ελληνική  κυβέρνηση αντέδρασε με την ίδρυση ιδιωτικών συμπληρωματικών σχολείων, την δημιουργία γυμνασιακών τάξεων και τάξεων ελληνικού λυκείου και δημιούργησε απογευματινά τμήματα μητρικής γλώσσας (μη ενταγμένα) στα οποία διδάσκουν εκπαιδευτικοί με ελληνικό επιμίσθιο.  

   Η κατάσταση αυτή παραμένει σε γενικές γραμμές η ίδια μέχρι σήμερα. Οι ελληνογερμανικές συνομιλίες δεν έχουν επιφέρει σημαντικές αλλαγές αλλά έχουν απλά βελτιώσει ένα σύστημα που και στην πλήρη και ομαλή λειτουργία του δεν μπορούμε να είμαστε ευχαριστημένοι για την καταλληλότητα και αποδοτικότητά του.